Του Άρη Λαμπρόπουλου
Μια από τις μεγαλύτερες αδικίες σε βάρος εργαζομένων είναι αυτή, την οποία διέπραξε η Γενική Γραμματεία Αθλητισμού σε βάρος του προσωπικού της «ΕΛΠΑ» («ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΕΣΧΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΥ ΚΑΙ ΠΕΡΙΗΓΗΣΕΩΝ»), ενός ιστορικού σωματείου, το οποίο ιδρύθηκε το 1924 και από τότε παρείχε, όχι μόνο υπηρεσίες οδικής βοήθειας, έκδοσης πολυπτύχων και διεθνών διπλωμάτων αλλά διοργάνωνε και το παγκόσμια γνωστό Rally Acropolis, με το οποίο προωθείτο, ταυτόχρονα, ο μηχανοκίνητος αθλητισμός αλλά και η Ελλάδα που γινόταν το παγκόσμιο κέντρο του αυτοκινήτου τις ημέρες που διενεργείτο ο αγώνας. Έχει σημασία να αναφερθεί ότι τα σήματα και η διοργάνωση των αγώνων ανήκαν αποκλειστικά στην «ΕΛΠΑ», με συνέπεια τα έσοδα των αγώνων από χορηγούς, διαφημίσεις, συμμετοχές αγωνιζομένων κλπ. ενίσχυαν τα ταμεία της ΕΛΠΑ και κατά ακολουθία την δυνατότητα μισθοδοσίας των εργαζομένων.
Η μεθόδευση
Η ληστρική αυτή ενέργεια συνίσταται στη νομοθετική πρωτοβουλία της Γενικής Γραμματείας Αθλητισμού να αφαιρέσει από την «ΕΛΠΑ» τα μοναδικά άξια λόγου περιουσιακά της στοιχεία που της απέμεναν. Και συγκεκριμένα με τροπολογία που τελικά ενσωματώθηκε και ψηφίστηκε στο Ν. 4797/2021 (ΦΕΚ Α’/66-23.4.2021), στο άρθρο 58, το εν λόγω σήμα μεταβιβάστηκε στο Ελληνικό Δημόσιο χωρίς άλλη διατύπωση, αφού πρώτα κηρύχθηκε αυτοδικαίως έκπτωτο το σωματείο με την επωνυμία «ΕΛΠΑ» και δόθηκε η δυνατότητα στο Ελληνικό Δημόσιο να προβεί στην εξάλειψη κάθε εμπράγματου βάρους και κατάσχεσης, επιτρεπομένης της παραχώρησης της χρήσης του σήματος προς τρίτους έναντι αναλόγου ανταλλάγματος. Κάτι που είναι πρωτοφανές στα νομικά χρονικά από όσο είναι γνωστό.
Η ιστορία
Με την πάροδο των ετών, παρότι η «ΕΛΠΑ» εξυπηρετούσε σχεδόν ολόκληρη την χώρα, έχοντας τεράστια κέρδη από τις δραστηριότητές της και έφτασε να απασχολεί 250 άτομα προσωπικό, την τελευταία δεκαετία ξεκίνησε μια οικονομικά καταστροφική πορεία, για την οποία δεν ευθύνονταν για κανένα λόγο οι εργαζόμενοι αλλά οι εκάστοτε διοικήσεις της και ο τρόπος που χειρίστηκαν τα οικονομικά της.
Επειδή οι καθυστερήσεις στις πληρωμές του προσωπικού άρχισαν να είναι τέτοιες που απαγόρευαν την οικονομική επιβίωση των εργαζομένων, άλλοι
παραιτήθηκαν για την εύρεση άλλης εργασίας, άλλοι προσέφυγαν στην δικαιοσύνη για την ικανοποίηση των αξιώσεων τους και άλλοι παρέμειναν στην «ΕΛΠΑ», στηρίζοντάς την, παρότι η καθυστέρηση των πληρωμών των δεδουλευμένων τους ξεπερνούσε ακόμα και τα πέντε χρόνια.
Το μεγαλύτερο μέρος των εργαζομένων προσέφυγαν στα δικαστήρια, εμπιστευόμενοι την Ελληνική Δικαιοσύνη και το κράτος, και εκδόθηκαν δεκάδες τελεσίδικες και αμετάκλητες αποφάσεις υπέρ τους και εις βάρος της «ΕΛΠΑ» που την υποχρέωναν στην καταβολή των ανεξόφλητων δεδουλευμένων αποδοχών τους, που ανάγονταν στα έτη 2013 και εντεύθεν.
Παρά την δικαστική δικαίωση των εργαζομένων οι αποφάσεις αυτές δεν εξοφλήθηκαν.
Με δεδομένο ότι η περιουσία της «ΕΛΠΑ» ήταν ιδιαίτερα βεβαρυμένη, αφού οι εργαζόμενοι εξάντλησαν όλες τις πιθανές πηγές είσπραξης των οφειλομένων ποσών με κατασχέσεις εις χείρας τρίτων, με αναγγελίες σε πλειστηριασμούς κινητών πραγμάτων κλπ., οι οποίες, ωστόσο, κατέστησαν άκαρπες, επιδίωξαν και τελικά πέτυχαν την κατάσχεση των εμπορικών σημάτων της «ΕΛΠΑ», ούτως ώστε να ικανοποιηθούν από τον εκπλειστηριασμό των εμπορικών σημάτων, τα οποία είχαν φτάσει να αποτιμώνται στην αγορά, στις αρχές της δεκαετίας του 2000, στα 20.000.000 €.
Οι συνέπειες
Πλέον, το Ελληνικό Δημόσιο, με την ως άνω «ληστρική» του απόφαση, απέτρεψε τους εργαζόμενους από την είσπραξη των δεδουλευμένων αποδοχών τους πέντε και πλέον ετών αφού, εκτός από τα σήματα αυτά, η «ΕΛΠΑ» δε διαθέτει, ουσιαστικά, κανένα άλλο περιουσιακό στοιχείο.
Ήδη σήμερα, έχει, και με πρωθυπουργικές δηλώσεις, εξαγγελθεί καθώς και ολοκληρωθεί η προετοιμασία της διοργάνωσης του «Ράλλυ Ακρόπολις» που αναβιώνει στις 9-12 Σεπτεμβρίου 2021, υπό την αιγίδα της ΟΜΑΕ και των συναφών διεθνών οργανώσεων, λαμβάνοντας τη δημοσιότητα που αρμόζει σε ένα γεγονός διεθνούς εμβέλειας.
Η συμπεριφορά, ωστόσο, αυτή του Δημοσίου με την πρωτοβουλία των συναρμόδιων Υπουργείων Πολιτισμού, Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Δικαιοσύνης καθώς και Υποδομών και Μεταφορών και ειδικότερα της Γενικής Γραμματείας Πολιτισμού, βλάπτει κατάφωρα αντισυνταγματικά τα δικαιώματα των εργαζομένων της «ΕΛΠΑ», οι οποίοι είχαν ήδη επιβάλλει αναγκαστική κατάσχεση, εκτός των άλλων, και στο σήμα του «Ράλλυ Ακρόπολις» και οι οποίοι, πλέον, στερούνται της δυνατότητας να ικανοποιηθούν για τις εργατικές τους αξιώσεις, είτε από το προϊόν του πλειστηριασμού
του εν λόγω σήματος – που πλέον δεν ανήκει στην ΕΛΠΑ -, είτε ακόμα και από τους καρπούς της τυχόν εκμετάλλευσής του, όπως προβλέπει ο νόμος.
Εξάλλου, ούτε καν τηρήθηκαν εν προκειμένω, οι διατάξεις του νόμου, με τις οποίες προβλέπεται ρητά η διαδικασία έκπτωσης του δικαιούχου από το δικαίωμά του στο σήμα.
Όπως, επίσης, ουδεμία πρόνοια ελήφθη για τους εργαζόμενους που, με δικά τους έξοδα, από το υστέρημά τους, εξέδωσαν δικαστικές αποφάσεις και κατάσχεσαν αναγκαστικά τα εν λόγω σήματα, επισπεύδοντας δημόσιο αναγκαστικό πλειστηριασμό με ηλεκτρονικά μέσα. Η μεθόδευση αυτή εκ μέρους του Δημοσίου έχει ως αποτέλεσμα να πλήττεται το σύνολο των εργαζομένων της «ΕΛΠΑ» που ανέρχονται σήμερα περίπου στα 100 άτομα.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι, παρότι από την αντιπολίτευση διατυπώθηκαν σοβαρότατες διαφωνίες κατά την ψήφιση της τροπολογίας στο συναφή νόμο και παρά τις επανειλημμένες παραστάσεις των εργαζομένων στους αρμόδιους φορείς, η σκληρότητα της Πολιτείας απέναντί τους ουδόλως κάμφθηκε. Αυτό σήμερα έχει ως συνέπεια, οι εργαζόμενοι, αφενός να έχουν υπέρογκες εργατικές αξιώσεις από ανεξόφλητες δεδουλευμένες αποδοχές και αφετέρου να είναι καταδικασμένοι να απασχολούνται ακόμα και σήμερα, δέσμιοι, χωρίς καμία ασφάλεια και μέλλον, σε έναν αφερέγγυο εργοδότη, του οποίου, τα όποια εναπομείναντα, σοβαρής αξίας, περιουσιακά του στοιχεία, «δημεύθηκαν» από το Δημόσιο, αποκλείοντας, έτσι, τη δυνατότητα εκ μέρους των εργαζομένων να ικανοποιηθούν ακόμα και για την εργασία που προσφέρουν ήδη σήμερα στην «ΕΛΠΑ».
Άρης Λαμπρόπουλος
Δικηγόρος Αθηνών